Άρθρα

1321/2006 ΑΠ – Εργατικές διαφορές. Εγκυρη η συμφωνία για αποδοχές μεγαλύτερες από τις νόμιμες όπου θα συμψηφίζονται προσαυξήσεις και αποζημιώσεις για υπερεργασία, εργασία τις ημέρες της υποχρεωτικής ανάπαυσης, Κυριακές, αργίες και νυχτερινά. Ακυρη η συμφωνία για νόμιμες ή παράνομες υπερωρίες. Νόμιμα επιδίκασε το Εφετείο κατά τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού απαιτήσεις για εργασία το Σάββατο επί 10ωρο. Λόγοι αναιρέσεως άρθρου 559 αρ. 8 και 11. Στοιχειοθετούνται όταν οι πργματικοί ισχυρισμοί και τα αποδεικτικά μέσα που δεν λήφθηκαν υπόψη έχουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης.

1283/2006 ΑΠ – Επιτρεπτή η άσκηση αντέφεσης και μετα την παρέλευση της προθεσμίας για την έφεση για κεφάλαια, όμως, της απόφασης που προσβάλλονται με την έφεση και τα αναγκαίως συνεχόμενα με αυτά. Περίπτωση απόρριψης αντέφεσης ως απαράδεκτης, λόγω εκπρόθεσμης προβολής κεφαλαίων μη προσβληθέντων με την έφεση, καθώς και απόρριψης λόγου αναίρεσης για παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Στοιχεία για το ορισμένο του δικογράφου της αναίρεσης και ειδικότερα των λόγων αναίρεσης των παρ. 1 και 19 του άρθρου 559. Εννοια της μεταβίβασης επιχείρησης ή εκμετάλλευσης κατά τα ΠΔ 572/1988 και Ν. 2112/1920. Δικαιώματα και υποχρεώσεις του μεταβιβάζοντος και διαδόχου.

912/2006 ΑΠ – Μίσθωση εργασίας. Κλαδικές ΣΣΕ και ΔΑ. Αυτές ρυθμίζουν τους όρους εργασίας των εργαζομένων σε ομοειδείς ή συναφείς επιχειρήσεις. Ποιες είναι ομοειδείς επιχειρήσεις. Απόσπαση επιχειρήσεων που έχουν ένα ειδικότερο αντικείμενο δραστηριότητας και σχηματισμός αυτοτελούς κλάδου. Οι αποσπώμενες επιχειρήσεις συνιστούν ίδιο συνδικαλιστικό φορέα και καταρτίζονται ιδιαίτερες κλαδικές ΣΣΕ. Επέκταση της εφαρμογής των κλαδικών ΣΣΕ σε όλη τη χώρα, αν οι ομοειδείς ή συναφείς επιχειρήσεις επεκτείονται σε όλη τη χώρα. Συρροή ΣΣΕ ή ΔΑ και επιλογή της εφαρμοστέας. Δεν υφίσταται συρροή όταν οι αποσπώμενες επιχειρήσεις καταρτίζουν ίδιες κλαδικές ΣΣΕ.

473/2006 ΕΦ ΠΕΙΡ – Ακυρη ως καταχρηστική η καταγγελία σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη επειδή ο εργαζόμενος διεκδίκησε νόμιμο δικαίωμά του – Η εργασία του οδηγού δεν είναι συναφής με την εργασία φορτοεκφόρτωσης – Νόμιμος ο περιορισμός αγωγικού αιτήματος χωρίς προσδιορισμό των ειδικοτέρων κεφαλαίων στα οποία αναφέρεται. Η καταγγελία της σύμβασης από τον εργοδότη είναι άκυρη ως καταχρηστική, διότι απέλυσε τον εργαζόμενο όταν διεκδίκησε νόμιμο δικαίωμά του. Η εργασία φορτοεκφόρτωσης δεν αποτελεί εργασία συναφή με αυτή του οδηγού και όταν εκτελείται από αυτόν πρέπει να του καταβληθεί συμπληρωματική αμοιβή. Ο περιορισμός της αγωγής ως προς το αιτούμενο χρηματικό ποσό το οποίο αποτελεί άθροισμα διαφόρων κονδυλίων χωρίς να προσδιορίζεται σε ποια ειδικότερα κονδύλια αναφέρεται ο περιορισμός, δεν καθιστά την αγωγή αόριστη, διότι θεωρείται ότι τα κονδύλια περιορίζονται συμμέτρως και αναλογικά κατά ποσοστό.

353/2004 ΑΠ – Μίσθωση εργασίας. Αποδοχές και επιδόματα σερβιτόρου. Επίδομα τουριστικής εκπαίδευσης και πολυετούς υπηρεσίας. Αποζημίωση για στέρηση εβδομαδιαίας ανάπαυσης. Προσαυξήσεις για νυχτερινή εργασία. Ο εργαζόμενος δικαιούται να λάβει τις αποδοχές του για το χρονικό διάστημα που δεν διέθετε βιβλιάριο υγείας, βάσει απλής σχέσης εργασίας που τον συνέδεε με τον εργοδότη του. Με παρατηρήσεις Κώστα Μπέη στη ΔΙΚΗ.

349/2004 ΑΠ – Η άδεια εργασίας η οποία απαιτείται για το προσωπικό των καταστημάτων πωλήσεως οινοπνευματωδων ποτών και κέντρων διασκεδάσεως, στα οποία περιλαμβάνονται και οι καφετέριες, εντασσόμενη στον προληπτικό αστυνομικό έλεγχο του υπαλληλικού προσωπικού, ανάγεται στην εύρυθμη λειτουργία ή διατήρηση των εν λόγω καταστημάτων και συνεπώς ευρίσκεται εντός των ορίων της ειδικής νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 167 του β.δ. της 3.11.1957/20.1.1958. Η σύμβαση εργασίας την οποία καταρτίζει ο εργαζόμενος που προσλαμβάνεται και απασχολείται σε κατάστημα όπως τα ανωτέρω, χωρίς να έχει εφοδιασθεί με άδεια της Αστυνομικής Αρχής, είναι άκυρη και η ακυρότητα, επειδή αφορά τη δημόσια τάξη, εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, ο δε εργαζόμενος, διατελών σε απλή σχέση εργασίας, δικαιούται να αξιώσει την απόδοση της ωφέλειας του εργοδότη από την παροχή της εργασίας του κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού, στην οποίαν (ωφέλεια) δεν λαμβάνονται υπόψη οι προσαυξήσεις τις οποίες θα εδικαιούτο αυτός εάν κατάρτιζε έγκυρη σύμβαση εργασίας, λόγω των συντρεχουσών στο πρόσωπό του ιδιαιτέρων περιστάσεων, και δή λόγω γάμου, τέκνων, πολυετούς υπηρεσίας και προϋπηρεσίας. Δεν είναι καταχρηστική η από πλευράς εργοδότη επίκληση της ανωτέρω ακυρότητας (εκ της ελλείψεως της προαναφερθείσας αδείας της Αστυνομικής Αρχής), έστω και εάν γίνεται μετά την πάροδο μακρού χρόνου λειτουργίας της εργασιακής συμβάσεως, διότι μόνο το γεγονός αυτό δεν είναι δυνατόν να δημιουργήσει στο μέσο ηθικής και καλόπιστο συναλλασσόμενο, που στερείται της ανωτέρω αδείας, την πεποίθηση ότι δεν είναι αναγκαία για το κύρος της συμβάσεως, και τούτο ανεξαρτήτως του ότι η άκυρη σύμβαση δεν καθίσταται έγκυρη, ακόμη και εάν η πρόταση της ακυρότητάς της είναι καταχρηστική.

348/2004 ΑΠ – Ελλειψη νόμιμης βάσης ως λόγος αναίρεσης. Πότε ιδρύεται. Επιδίκαση στον αναιρεσίβλητο οφειλομένων αποδοχών του βάσει των σ.σ.ε. και δ.α. για τους όρους αμοιβής και εργασίας του προσωπικού των τουριστικών και επιστατιστικών καταστημάτων – εστιατορίων, ταβερνών, καφενείων και μπαρ, από του χρόνου που αναφέρεται στις εν λόγω σ.σ.ε. και δ.α., και όχι από του χρόνου που αυτές κηρύχθηκαν υποχρεωτικές. Αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης, διότι αυτή δεν διέλαβε καθόλου αιτιολογίες επί ζητήματος ασκούντος ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης, και ειδικώτερα, διότι δεν εκτίθεται στο σκεπτικό της, εάν οι διάδικοι ήσαν μέλη των συμβαλλομένων στη σύναψη των επιμάχων σ.σ.ε. και δ.α. συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων, ώστε να δεσμεύονται από τις συμφωνίες των εκπροσώπων τους και έτσι να επηρρεάζεται η ατομική σύμβαση εργασίας του ενάγοντα από τη συγκεκριμένη εκάστοτε συλλογική ρύθμιση και από τον αναφερόμενο σε αυτήν χρόνο ή εάν δεν έλαβαν μέρος στη σύναψή τους, αλλά δεσμεύονται από αυτές, από το μεταγενέστερο χρόνο έκδοσης της υπουργικής απόφασης που τις κήρυξε γενικώς υποχρεωτικές

199/2004 ΑΠ – Γνωστοποίηση χρόνου προϋπηρεσίας για την κατάταξη σε μισθολογική βαθμίδα των οδηγών τουριστικών λεωφορείων, βάσει των σ.σ.ε. και δ.α., οι οποίες ρυθμίζουν τους όρους αμοιβής και εργασίας αυτών. Γίνεται με την παράδοση υπεύθυνης δηλώσεως του ν. 1599/1986 από τον οδηγό προς τον εργοδότη και την παράδοση με απόδειξη των πιστοποιητικών της προηγούμενης εργασίας του σε άλλους εργοδότες, με την οποία (ως άνω παράδοση των ανωτέρω υπ. δηλώσεως και πιστοποιητικών) αρχίζει η υποχρέωση του εργοδότη για καταβολή του νομίμου μισθού του οικείου κλιμακίου.

953/2002 ΑΠ – Πολιτική Δικονομία. Αίτημα για επίδειξη εγγράφου. Μπορεί να προβληθεί και με τις προτάσεις. Απαραίτητα στοιχεία για την πληρότητα του αιτήματος. Αίτημα για επίδειξη θεωρημένων από την επιθεώρηση εργασίας καταστάσεων του προσωπικού από τον εργοδότη. Αόριστο το αίτημα αφού δεν αναφέρεται ότι οι καταστάσεις αυτές βρίσκονται στα χέρια του εργοδότη, ούτε προσδιορίζονται επακριβώς ούτε περιγράφεται το περιεχόμενό τους. Η παράλειψη του δικαστηρίου ν΄ αποφανθεί σε τέτοιο αίτημα δεν συνιστά το σφάλμα του αδίκαστου αιτήματος.

843/2002 ΑΠ – Η συμφωνία περί παραιτήσεως του εργαζομένου από νόμιμες εν γένει μισθολογικές αξιώσεις του, είναι άκυρη είτε γίνεται πριν από την παροχή της εργασίας, είτε μετά από αυτήν. Αντιθέτως η απαγόρευση και η ακυρότητα δεν αφορούν στον υπέρ τα νόμιμα όρια συμβατικό μισθό, καθώς και στις απαιτήσεις εκ του αδικαιολογήτου πλουτισμού. Μορφή παραιτήσεως από το μισθό αποτελεί και ο κατ΄ άρθρο 871 ΑΚ συμβιβασμός του εργαζομένου ως προς μισθολογικές αξιώσεις, ο οποίος είναι μεν άκυρος όσον αφορά τις ανωτέρω αξιώσεις, ως προς τις οποίες απαγορεύεται η παραίτηση, είναι όμως έγκυρος, όταν ως προς τις πραγματικές ή νομικές προϋποθέσεις των εν λόγω αξιώσεων του εργαζομένου επικρατεί σοβαρή αμφιβολία, και, σε κάθε περίπτωση (είναι έγκυρος ο συμβιβασμός), ως προς τις αξιώσεις του αυτές για τις οποίες επιτρέπεται η παραίτηση. Εάν σε δίκη με αντικείμενο την επιδίκαση μισθολογικών αξιώσεων του εργαζομένου απορρεουσών από το νόμιμο μισθό του, προβληθεί από τον εργοδότη η ανατρεπτική της αγωγής ένσταση της αποσβέσεώς τους μέσω συμβιβασμού, η αποδοχή αυτής (της ανωτέρω ενστάσεως) προϋποθέτει την επίκληση και απόδειξη από πλευράς εργοδότη της υπάρξεως σοβαρής αμφιβολίας ως προς τις πραγματικές και νομικές προϋποθέσεις των επιδίκων αξιώσεων, τη συνδρομή της οποίας, καθώς και το περιεχόμενό της οφείλει να αναφέρει στο σκεπτικό της η εκδιδόμενη επί της αγωγής απόφαση για την πληρότητα της αιτιολογίας της