95/2008 ΑΠ – Εξέταση μάρτυρα. Λόγοι που αποκλείουν την εξέτασή του πρέπει να προτείνονται από το διάδικο πριν ο μάρτυρας ορκιστεί. Στοιχεία για το παραδεκτό του σχετικού λόγου αναιρέσεως. Κρίση ότι δεν είναι αόριστο το δικόγραφο αγωγής που περιέχει υπολογισμούς αξιουμένων αποδοχών με βάση τα γενικά κατώτατα ημερομίσθια και δεν αναφέρει τα εισπραττόμενα ποσοστά επί των εισπράξεων ή τυχόν συμφωνία περί καταλογισμού των οφειλομένων σε υπέρτερες των νομίμων αποδοχές.

95/2008 ΑΠ ( 451045)

 

(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Εξέταση μάρτυρα. Λόγοι που αποκλείουν την εξέτασή του πρέπει να προτείνονται από το διάδικο πριν ο μάρτυρας ορκιστεί. Στοιχεία για το παραδεκτό του σχετικού λόγου αναιρέσεως. Κρίση ότι δεν είναι αόριστο το δικόγραφο αγωγής που περιέχει υπολογισμούς αξιουμένων αποδοχών με βάση τα γενικά κατώτατα ημερομίσθια και δεν αναφέρει τα εισπραττόμενα ποσοστά επί των εισπράξεων ή τυχόν συμφωνία περί καταλογισμού των οφειλομένων σε υπέρτερες των νομίμων αποδοχές. (Απόρριψη της 694/2006 Εφετείου Αθηνών).

 

 

Αριθμός 95/2008

 

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2` Πολιτικό Τμήμα

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Σπυρίδωνα Κολυβά, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ηλία Γιαννακάκη, Χρήστο Αλεξόπουλο, Σπυρίδωνα Ζιάκα, Γεωργία Λαλούση, Αρεοπαγίτες.

 

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 13 Νοεμβρίου 2007, με την παρουσία και του Γραμματέα Αντωνίου Στυλιανουδάκη, για να δικάσει μεταξύ:

 

Της αναιρεσείουσας: Ετερόρρυθμης Εταιρείας με την επωνυμία “……… ..”, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα.

 

Παραστάθηκε ο νόμιμος εκπρόσωπος αυτής ……….. και διόρισε στο ακροατήριο πληρεξούσιο δικηγόρο του τον Θεόφιλο Ρουμελιώτη, ο οποίος δεν κατέθεσε προτάσεις.

 

Του αναιρεσιβλήτου: …………, ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Δεληγιάννη.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με τις από 29/10/2003 και 13/1/2004 αγωγές του ήδη αναιρεσίβλητου, που κατατέθηκαν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών και συνεκδικάστηκαν.

 

Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 182/2005 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 694/2006 οριστική του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 2/7/2006 αίτησή της.

 

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω και η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Γεωργία Λαλούση, ανέγνωσε την από 2/11/2007 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της αναίρεσης.

 

Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, η πληρεξούσια του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντίδικου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Από τις διατάξεις των άρθρων 400 και 403 παράγραφοι 3 και 5 ΚΠολΔ προκύπτει ότι οι λόγοι που αποκλείουν την εξέταση μάρτυρα, μεταξύ των οποίων είναι και το συμφέρον που μπορεί να έχει ο μάρτυρας από την έκβαση της δίκης, πρέπει να προτείνονται από το διάδικο πριν ορκιστεί, αν δε προτείνονται μετά την όρκισή του είναι απορριπτέοι ως απαράδεκτοι. Εξάλλου, για το παραδεκτό του λόγου αναίρεσης για μη κήρυξη απαράδεκτης ή άκυρης της κατάθεσης μάρτυρα, για τον οποίο συνέτρεχε ο προαναφερόμενος λόγος αποκλεισμού, πρέπει να αναφέρεται στο δικόγραφο της αναιρέσεως ότι τηρήθηκαν οι ανωτέρω προϋποθέσεις για το παραδεκτό της προβολής του λόγου μη εξέτασης του μάρτυρα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο της αναίρεσης η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση τις αιτιάσεις ότι υπέπεσε στις πλημμέλειες από τον αρ. 8 και 11 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, διότι έλαβε υπόψη της την κατάθεση της μάρτυρος του αναιρεσιβλήτου ………, καθώς και την ένορκη βεβαίωση που έδωσε ο σύζυγος αυτής, παρότι η μάρτυρας αυτή εξαρτούσε συμφέρον από την έκβαση της δίκης, αφού είχε ασκήσει και αυτή αγωγή με ταυτόσημο περιεχόμενο εναντίον της και τις αντιρρήσεις της για την εξέτασή της, όπως και για την εκτίμηση της ένορκης βεβαίωσης του συζύγου της είχε προτείνει με λόγο έφεσης.

 

Η αναιρεσείουσα δεν εκθέτει στο δικόγραφο της αναίρεσης αν τις αντιρρήσεις της (λόγο εξαίρεσης) για την εξέταση της προαναφερόμενης μάρτυρος προέβαλε ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου πριν από την όρκιση αυτής. Επίσης δεν εκθέτει αν τις αντιρρήσεις της για τη λήψη υπόψη της ένορκης βεβαίωσης του συζύγου της ανωτέρω μάρτυρος προέβαλε εγκαίρως ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Επομένως, ο λόγος αυτός της αναίρεσης είναι αόριστος και απορριπτέος. Κατ` άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, το δικόγραφο της αγωγής, εκτός από άλλα, πρέπει να περιέχει: α) σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο την αγωγή…β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Η μη πλήρης αναφορά των περιστατικών αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και οδηγεί στην απόρριψή της ως απαράδεκτης για έλλειψη μιας διαδικαστικής προϋποθέσεως, η οποία αποτελεί και παραδεκτό της αγωγής.

 

Με το δεύτερο λόγο της αναίρεσης η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την αιτίαση ότι απέρριψε με αιτιολογία απρόσφορη, ανεπαρκή και αβάσιμη τη νομίμως και παραδεκτώς προβληθείσα ένσταση αοριστίας της από 29-10-2003 αγωγής του αναιρεσιβλήτου, ήτοι για ελλιπή παράθεση των αναγκαίων για το κύρος της περιστατικών. Από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής του αναιρεσίβλητου, το οποίο εκτιμά, κατ` άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, ως διαδικαστικό έγγραφο ο Άρειος Πάγος, προκύπτει ότι ο ενάγων υπολογίζει όλες τις αξιούμενες με αυτήν αποδοχές, ανάλογα με το χαρακτήρα τους (δώρα εορτών, αποδοχές αδείας, επιδόματα αδείας, αμοιβή για νυκτερινή εργασία, εργασία Κυριακών και αργιών, υπερωρίες), με βάση το γενικό κατώτατο ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη, το οποίο αποτελεί και τον ελάχιστο νόμιμο μισθό του και το τεκμαρτό ημερομίσθιο της οικείας ασφαλιστικής κλάσης του ΙΚΑ, σύμφωνα με το άρθρο 54 του Ν 224/1994 και δεν ήταν αναγκαίο να αναφέρει τα εισπραττόμενα από αυτόν ποσοστά επί των εισπράξεων, ενώ δεν γίνεται λόγος για οποιαδήποτε συμφωνία περί καταλογισμού των οφειλομένων σε υπέρτερες των νομίμων αποδοχές.

 

Επομένως, το εφετείο ορθά έκρινε ότι η αγωγή ήταν ορισμένη και δεν παρέλειψε παρά το νόμο, να απορρίψει την αγωγή του αναιρεσίβλητου ως απαράδεκτη κατ` αποδοχή του λόγου έφεσης για αοριστία της αγωγής. Ο δεύτερος λόγος αναίρεσης, επομένως, ο οποίος αληθώς αποδίδει πλημμέλεια μόνο από τον αρ. 14 του άρθρου 559 και όχι από τους αρ. 8 και 19 του ίδιου άρθρου, όπως εσφαλμένα αναγράφεται στο αναιρετήριο είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Απορρίπτει την από 2-7-2006 αίτηση της εταιρίας με την επωνυμία ………. … για αναίρεση της 694/2006 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.

 

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσίβλητου, το ύψος των οποίων ορίζει σε χίλια διακόσια (1.200) ευρώ.

 

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 4 Δεκεμβρίου 2007.

 

Δημοσιεύτηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17 Ιανουαρίου 2008.

 

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ                          Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Π.Β.

 

 

 

Previous

94/2008 ΑΠ -Αναίρεση. Πότε ιδρύεται ο εκ του άρθρου 559 αρ. 8 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης. Απαράδεκτος ο λόγος αυτός στην ένδικη υπόθεση, αφού προσάπτεται πλημμέλεια για παραγνώριση αποδεικτικής αξίας πρσκομισθέντων αποδεικτικών μέσων. Ο εκ του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης, αναφορικά με την αναφορά του χρόνου λήξης της σύμβασης εργασίας, είναι αλυσιτελής, αφού τυχόν ανεπάρκεια δεν ασκούσε επιρροή για το αίτημα επιδίκασης αξιώσεων χρονικού διαστήματος πριν την έναρξη της σύμβασης. Δεν ιδρύεται ο εκ του άρθρου 559 αρ. 9 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης αν το αίτημα εξετάστηκε και απορρίφθηκε. Δεν ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης εκ του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ αν πρόκειται για παραβίαση δικονομικής διάταξης, όπως αυτής για την επίδειξη εγγράφων. Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος. Πότε θεμελιώνεται η σχετική ένσταση. Καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη. Αιτιολογημένα απορρίφθηκε η αγωγή κατά το μέρος που ο ενάγων ζητούσε να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της καταγγελίας κατά το άρθρο 281 ΑΚ και να του επιδικαστούν μισθοί υπερημερίας.