4447/2010 ΠΠΡ ΑΘ ( 642010)
(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Κληρονομικό καταπίστευμα. Τηρητέος τύπος. Λειτουργία αυτού. Προϋποθέσεις για τη σύστασή του. Ο καταπιστευματοδόχος από τότε που η κληρονομία επάγεται στον κληρονόμο αποκτά ως δικαιούχος υπό αναβλητική αίρεση, δικαίωμα προσδοκίας για το ότι θα περιέλθει σ’αυτόν η κληρονομία, το οποίο δύναται να αποτελέσει αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής, επί αμφισβήτησης από τον βεβαρημένο της ύπαρξης αυτού. Απαγόρευση του βεβαρυμένου κληρονόμου μέχρι την επαγωγή της κληρονομίας στον καταπιστευματοδόχο να προβεί στη διάθεση των κληρονομιαίων. Εξαιρέσεις. Ερμηνεία ιδιόγραφης διαθήκης. Αγωγή αναγνώρισης του κληρονομικού δικαιώματος της ενάγουσας και των ακινήτων επί των οποίων συνεστήθη υπέρ της κληρονομικό καταπίστευμα. Το δικαστήριο δέχεται την αγωγή.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Αριθμός απόφασης 4447/2010
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Νίκη Κατσιαούνη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Νίκη Aστερή,
Πρωτοδίκη- Εισηγήτρια, Παρασκευή Μπουρέλου, Πρωτοδίκη και από τη Γραμματέα Ελένη
Μπίρμπου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Δεκεμβρίου 2009, για vα δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
Της ενάγουσας: ………… συζ. …………………., το γένος ………………………. κατοίκου ……………… Αττικής, οδός ……………….. αριθμ. ….., η οποία εμφανίσθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ομηρο Πεσματζόγλου.
Της εναγομένης: ……………………….. χήρας …………………….., το γένος ……………………………. κατοίκου Αθηνών, οδός ……………….., αριθμ. …… η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Παπαγεωργίου.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 25-5-2009 αγωγή του, που κατατέθηκε με αριθμό 5999/2009, προσδιορίστηκε για vα συζητηθεί για την πιο πάνω δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της αγωγής οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, κατά το άρθρο 1923 § 1 ΑΚ, ο διαθέτης μπορεί να υποχρεώσει τον κληρονόμο να παραδώσει έπειτα από ορισμένο γεγονός ή χρονικό σημείο την κληρονομία που απέκτησε ή ποσοστό της σε άλλον ( καταπιστευματοδόχο). Οπως προκύπτει, από τη διάταξη αυτή, ο διαθέτης, εκτός από τον άμεσο κληρονόμο του, που αποκτά αμέσως μετά το θάνατό του την κληρονομία, μπορεί να εγκαταστήσει έμμεσο καθολικό του διάδοχο, τον καταπιστευματοδόχο, ο οποίος είναι κληρονόμος υπό αναβλητική προθεσμία ή αίρεση, που πληρώνεται μετά το θάνατο του διαθέτη και στην οποία αντιστοιχεί διαλυτική προθεσμία ή αίρεση της εγκατάστασης του αρχικού αμέσου κληρονόμου. Για τη σύσταση του καταπιστεύματος, όπως προκύπτει από την παραπάνω αναφερόμενη διάταξη, δεν είναι ανάγκη να γίνει χρήση πανηγυρικών φράσεων, ούτε καν της λέξεως “καταπίστευμα”. Αυτό μπορεί να γίνει και με έμμεση δήλωση του διαθέτη, αρκεί πάντως να προκύπτει από τη διαθήκη η θέληση του διαθέτη να γίνει κάποιος κληρονόμος του, μόνο για ορισμένο διάστημα και μετέπειτα κληρονόμος αυτού να γίνει άλλος. Η βούληση αυτή του διαθέτη μπορεί να διατυπώνεται και με τη μορφή υποχρέωσης, με την οποία επιβάλλεται στο βεβαρημένο κληρονόμο vα αποκαταστήσει την κληρονομία ή ποσοστό αυτής σε άλλον (καταπιστευματοδόχο ), αρκεί να προκύπτει ότι ο διαθέτης θέλησε τον τελευταίο ως καθολικό του διάδοχο, στοv οποίο η κληρονομία επάγεται αυτοδίκαια, κατά το ορισμένο χρονικό σημείο ή γεγονός που όρισε ο διαθέτης. Ακόμη, από το περιεχόμενο της διαθήκης πρέπει να προκύπτει το πρόσωπο του καταπιστευματοδόχου, που μπορεί να είναι κάθε ικανός προς εγκατάσταση που κατά βούληση του διαθέτη καλείται ως καταπιστευματοδόχος. Περαιτέρω, με τις διατάξεις των άρθρων 1924 έως 1928 του ΑΚ, καθιερώνονται ερμηνευτικοί κανόνες, σύμφωνα με τους οποίους, σε περίπτωση αμφιβολίας, θεωρούνται ως καταπιστευματοδόχοι τα προσδιοριζόμενα σ’ αυτές πρόσωπα. Οι αναφερόμενες όμως στις διατάξεις αυτές περιπτώσεις είναι ενδεικτικές. Γι` αυτό είναι ζήτημα ερμηνείας της διαθήκης, κάθε φορά, πότε, από τον τρόπο που έχει διατυπωθεί η τελευταία βούληση, ενυπάρχει σ’ αυτή σύσταση καθολικού καταπιστεύματος και ποιο είναι το πρόσωπο του καταπιστευματοδόχου. Εξάλλου, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 173 και 1781 του ΑΚ, προκειμένου να γίνει ερμηνεία της διαθήκης, αναζητείται, χωρίς προσήλωση στις λέξεις, η αληθινή βούληση του διαθέτη κατά την υποκειμενική τούτου άποψη και όχι κατά την αντικειμενική έννοια υπό την οποία θα την αντιλαμβάνονταν οι τρίτοι, κατά τη συναλλακτική καλή πίστη. Οι ερμηνευτικοί αυτοί κανόνες εφαρμόζονται όταν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, από το περιεχόμενο της διαθήκης δεν προκύπτει η έννοια της βούλησης του διαθέτη, είτε γιατί αυτή δεν εκφράσθηκε με σαφήνεια, δημιουργώντας αντίστοιχη αμφιβολία, είτε γιατί η ίδια εκφράσθηκε ατελώς, παρουσιάζοντας έτσι αντίστοιχο κενό, οπότε για την ανεύρεση της αληθινής βούλησης του διαθέτη μπορεί το δικαστήριο να κάνει χρήση ακόμη και στοιχείων κειμένων εκτός της διαθήκης. Η κρίση δε του δικαστηρίου της ουσίας ότι η διάταξη της διαθήκης είναι σαφής ή αντίθετα ότι αυτή είναι ασαφής και έχει ανάγκη ερμηνείας, η οποία προϋποθέτει εκτίμηση του περιεχομένου της διαθήκης, αποτελεί εκτίμηση πραγματικών γεγονότων και συνεπώς δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου (άρθρο 56 1 παρ. 1 ΚΠολΔ). Σύμφωνα δε με τη διάταξη του άρθρου 1935 παρ. 1 του ΛΚ. η επαγωγή της κληρονομιάς στον καταπιστευματοδόχο επέρχεται μόλις πεθάνει ο κληρονόμος, αν ο διαθέτης δεν έταξε κάποιο άλλο γεγονός ή χρονικό σημείο. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι ο καταπιστευματοδόχος, από τότε που η κληρονομιά επάγεται στον κληρονόμο, δηλονότι από τον θάνατο του διαθέτη, αποκτά, ως δικαιούχος υπό αναβλητική αίρεση, δικαίωμα προσδοκίας για το ότι θα περιέλθει σ` αυτόν η κληρονομιά, το οποίο δύναται ν` αποτελέσει αντικείμενο αναγνωριστικής αγωγής, κατ` άρθρο 70 ΚΠολΔ, εάν αμφισβητείται υπό του βεβαρημένου η ύπαρξη αυτού (ΑΠ 617/86 ΝοΒ 35.540). Τέλος από τη διάταξη του άρθρου 1937 παρ. 2 ΑΚ προκύπτει ότι στην κληρονομιά που βαρύνεται με καταπίστευμα, ο βεβαρημένος κληρονόμος για όσο χρονικό διάστημα το καταπίστευμα είναι “ηρτημένο”, και συγκεκριμένα μέχρι να γίνει η επαγωγή της κληρονομίας στον καταπιστευματοδόχο, κατά τη σχετική διάταξη της διαθήκης, δεν έχει το δικαίωμα να προβεί σε διάθεση των κληρονομιαίων, εκτός εάν τούτο επιβάλλεται από τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης [βλ. AΠ 931/2005 ΕΕΝ 2006.264J, υπό την έννοια ότι με βάση την διάταξη του άρθρου 818 ΚΠολΔ και 1937 παρ. 2 ΑΚ, η σχετική κρίση ανήκει στο Δικαστήριο της κληρονομίας, στο οποίο είναι υποχρεωμένος να προσφύγει ο βεβαρημένος με το καταπίστευμα. Ενόψει του σκοπού της διατάξεως του άρθρου 1923 παρ. 1 ΑΚ, περιορίζεται κατά νόμο η υπό του βεβαρημένου κληρονόμου εξουσία διαθέσεως των κληρονομιαίων αντικειμένων, τέτοια όμως διάθεση επιτρέπεται στην περίπτωση της διατάξεως του άρθρου 1930 AK, περί αποκαταστάσεως του περιλιμπανομένου. Εάν επομένως, ο καταπιστευματοδόχος εγκαταστάθηκε σε ό,τι βρεθεί στην κληρονομία (καταπίστευμα του περιλιμπανομένου-” fidei commsissum de eo guod supererit” κατά το χρόνο της επαγωγής σε αυτόν (ήτοι, από το χρόνο θανάτου του κληρονόμου) ή εάν ο διαθέτης επέτρεψε την ελεύθερη διαχείριση στοv κληρονόμο, αυτός έχει το δικαίωμα να διαθέσει ελεύθερα τα κληρονομιαία στοιχεία, οπότε και ο καταπιστευματοδόχος κατά το χρόνο της επαγωγής θα λάβει από την κληρονομία ό,τι απέμεινε μετά από διαχείριση του κληρονόμου [βλ. Απόστολου Γεωργιάδη, Μιχάλη Π. Σταθόπουλου, αστικός κώδιξ, κατ` άρθρο ερμηνεία, τόνος X. κληρονομικό δάικιο, αρθρ. 1937, σελ. 397 παρ. 1].
Στην υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι την 19-1-2008 απεβίωσε στην Αθήνα, ο θείος της ………………………, κάτοικος εν ζωή Αθηνών, ο οποίος κατέλιπε την από 15-6-1987 ιδιόγραφη διαθήκη του, της οποίας το περιεχόμενο αναφέρεται στην υπό κρίση αγωγή και η οποία δημοσιεύτηκε και κηρύχτηκε κυρία. Ότι σύμφωνα με την ως άνω διαθήκη η ίδια αποκτά κληρονομικό δικαίωμα πλην, όμως η εναγομένη, σύζυγος του αποβιώσαντος αμφισβητεί το κληρονομικό της δικαίωμα επί των ακινήτων που αναφέρει ο διαθέτης στη διαθήκη του και μάλιστα προσπαθεί να εκποιήσει ακίνητο που βρίσκεται στο χωριό ……………Μεσσήνης, επί του οποίου η ενάγουσα, κατ` ορθή εκτίμηση του περιεχομένου της αγωγής αξιώνει κληρονομικό δικαίωμα. Για τους ως άνω λόγους η ενάγουσα ζητεί, vα ερμηνευθεί από το Δικαστήριο, η παραπάνω διαθήκη που περιέχει την τελευταία βούληση του ως άνω αποβιώσαντος και vα αναγνωρισθεί επί ποιων ακινήτων που αναφέρονται στην διαθήκη έχει κληρονομικό δικαίωμα η ενάγουσα. Η σε ποια ακίνητα που αναφέρονται στην διαθήκη έχει εγκατασταθεί κληρονόμος η εναγομένη και σε ποια ακίνητα η εναγομένη έχει εγκατασταθεί κληρονόμος του ως άνω αποβιώσαντος βεβαρυμένη με κληρονομικό καταπίστευμα υπέρ της ενάγουσας, ώστε να πάψει η ως άνω αμφισβήτηση.
Η αγωγή αυτό το περιεχόμενο και αίτημα αρμοδίας εισάγεται για να συζητηθεί κατά την τακτική) διαδικασία ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρ. 3 § 1, 18 αριθμ. 1 και 30 § 1 τoυ Κ.Πολ.Δ). Περαιτέρω, η υπό κρίση αγωγή έχει, σύμφωνα και με όσα έχουν αναφερθεί στη μείζονα σκέψη της παρούσας βασικά στοιχεία της αναγνωριστικής αγωγής, δηλαδή το έννομο συμφέρον, που είναι άλλωστε φανερό και την αναγνώριση κάποιας έννομης σχέσης, εφόσον η άρση της ασάφειας της επίδικης διαθήκης συνδεέται άμεσα με το κληρονομικό δικαίωμα της ενάγουσας στο ακίνητο του …………… Κατόπιν αυτών η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 173, 1710-1715, 1923 του Α.Κ., 70 και 176 του Κ.Πολ.Δ.. Επομένως πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ ουσίαν, δεδομένου ότι έχει τηρηθεί η απαιτούμενη εκ του άρθρου 214 Α Κ.Πολ.Δ. προδικασία (βλ. την προσκομιζόμενη από την ενάγουσα με ημερομηνία 2-11-2009 δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, για την αποτυχία απόπειρας συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς).
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, με την επιμέλεια των διαδίκων, ένας για κάθε πλευρά και οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου τούτου και των εγγράφων που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 19-1-2008 απεβίωσε στην Αθήνα ο …………………………, κάτοικος εν ζωή Αθηνών. Πλησιέστεροι συγγενείς του άνω αποβιώσαντος κατά το χρόνο του θανάτου του ήταν η σύζυγός του εναγομένη) και ο αδερφός του ………………. Ο ως άνω αποβιώσας κατέλιπε την από 15-6-1987 ιδιόγραφη διαθήκη του που δημοσιεύθηκε με τα υπ` αριθμ. 3634/13-6-2008 πρακτικά συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και καταχωρήθηκε στα βιβλία διαθηκών του Δικαστηρίου αυτού στον τόμο …………. και με αύξοντα αριθμό … Το περιεχόμενο της ως άνω διαθήκης έχει επακριβώς ως εξής: «Αθήνα 15 Ιουνίου 1987
Παρακαλώ Θερμότατα να διαβασθή με ιδιαιτέρα προσοχή το περιεχόμενο της παρούσης επιστολής μου καθότι αφορά ιδιόχειρη προσωπική Διαθήκη.
Ο κάτωθι υπογεγραμμένος ……………………. και της ………. γεννηθείς το 1923/2 Φεβρουαρίου εις ………………………. κάτοικος ……………………………..Κάτοχος του υπ’ αριθμ. ……………….. Δελτίο ταυτότητος ΙΔ ΠΑΡ/ΤΟΣ ΑΘΗΝΩΝ αναφέρω τα κάτωθι έχοντας τας φρένας σώας και πλήρη συναίσθηση των όσων αναφέρω κατά την σύνταζη της παρούσης Διαθήκης. ΑΦΗΝΩ ΓΕΝΙΚΟ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΝ κινητής και ακινήτου περιουσίας μου την ΣΥΖΥΓON ΜΟΥ …………… ΣΥΖΥΓΟΣ ………………….. ΤΟ ΓΕΝΟΣ ………………., αποτελούμενη από μία οικία ισόγειο και πρώτος όροφος στο χωριό ………………….., επίσης ένα ελαιοπερίβολο στη θέσιν ……………………. περίπου 80 στρέμματα με επτακόσια ελαιόδενδρα. Επίσης ελαιοπερίβολο εις Θέσιν ………… 2 1/2 στρεμμάτων, ομοίως ελαιοπερίβολο εις θέσιν ………………….. 2 περίπου στρεμμάτων, άπαντα τα αναφερόμενα ακίνητα ανήκουν της περιφέρειας της κοινότητας …………………….Επίσης αφήνω όλλα τα μετρητά που υπάρχουν στην και…………………….σε κοινούς λογαριασμούς καθώς και την ……………….. Επίσης όλες της μετοχές που υπάρχουν …………………..που έχουν τοποθετηθεί στη θυρίδα της ……….. όπου βρίσκονται και τα προσωπικά της πράγματα καθώς επίσης με της ……………. που έχουν κατατεθεί στην Χρηματιστηριακή Εταιρία της ……………επί της οδού ………………………..4ος όροφος. Επίσης των ποσών των (10.000.000) δέκα εκατομμυρίων που έχω τοποθετήση στο ΜΕΤΟΧΙΚΟ ΑΜΟΙΒΑΙΑ Κεφάλαια της ……………………………………….ΥΠΟΚ/ΜΑΤΟΣ………………
Σε όλα αυτά αναφέρεται και το όνομά της. ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ έχει τι δικαίωμα εν λευκώ πλήρη νομή και διάθεση των περιουσιακών μου στοιχείων. Σύμφωνα με την προσωπική της κρίση και ανάγκη διασφαλίζοντας μία αξιοπρεπή και άνετη ζωή, ανάμεσα στο κοινονικό και φιλικό μας περιβαλον όλα αυτά είναι μία μικρή προσφορά ευγνωμοσύνης και αγάπης για την προσωπική συμπαράσταση και αγώνα που έκανε σε μία πολί δίσκολη περίοδο στα πρώτα χρόνια που παντρεντίκαμε.
ΑΘΗΝΑ 15 ΙΟΥΝΙΟΥ 1987
Ο ΣΥΝΤΑΞΑΣ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΔIAΘΗΚΗ
Ακολουθεί υπογραφή του διαθέτη
Επιθυμεία μου είναι τo σπίτι στο χωριό vα το αφήση στην ανηψιά ΜΟΥ …………. ΣΥΖΥΓΟΣ ………………..κάτοικος ………………………………..κόρη του αδελφού μου -(νυν ενάγουσα)
Επίσης εάν δεν βρεθεί στην ανάγκη να πουλήση το αυτοκίνητο ………………………… να το χαρήση στον γιό της ανηψιά μου ……………………… Επίσης ότι άλλο απομείνει από την ακίνητο περιουσίαν ελαιοπερίβολα κλπ να μείνουν στην οικογένεια της ανηψιάς μου …………………..
Ετσι έχοντας ΤΟ σπίτι στο χωριό και ότι άλλο από την περιουσία μείνη θα μπορή θα μείνει μαζί με την οικογένειά της, τον άνδρα της και τα παιδιά της να παραθερίζη στο δικό της σπίτι, 15 ΙΟΥΝΙΟΥ 1987. Ακολουθεί ΥΠΟΓΡΑΦΗ του διαθέτη». Από το περιεχόμενο της προανεφερόμενης διαθήκης προκύπτει με σαφήνεια, ότι ο διαθέτης με τη διαθήκη του αυτή, εγκαθιστούσε τη σύζυγό του – εναγόμενη – κληρονόμο του, σε όλη την υπάρχουσα κατά το θάνατό του κινητή και υπάρχουσα περιουσία του, την οποία όμως βάρυνε με καταπίστευμα υπέρ της ενάγουσας ανηψιάς του, αφού ορίζει ότι επιθυμία του είναι το σπίτι στο χωριό να το αφήσει σ αυτήν. Με τις ως άνω λέξεις ο διαθέτης εκφράζει τη τελευταία του βούληση, όπως η οικία του στο χωριό περιέλθει ως καταπίστευμα στην ενάγουσα, χωρίς όμως να προσδιορίζει το χρονικό σημείο επαγωγής της κληρονομίας στην ανωτέρω καταπιστευματοδόχο και ως εκ τούτου κατ` εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 1935 εδ. 1 Α.Κ. η επαγωγή της κληρονομίας στον καταπιστευματοδόχο επέρχεται μόλις πεθάνει η κληρονόμος, ήτοι η εναγομένη. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι η εναγομένη έχει εκδηλώσει πρόθεση να προβεί στην πώληση αυτού του ακινήτου, πλην όμως αυτή δεν έχει, σύμφωνα και με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, εξουσία προς διάθεση του ακινήτου αυτού.
Η τελευταία προβάλλει τον ισχυρισμό ότι από το κείμενο της διαθήκης, όπου ο διαθέτης σύζυγός της αναφέρει «με την παρούσα διαθήκη μου έχει τι δικαίωμα εν λευκώ πλήρη νομή και διάθεση των περιουσιακών μου στοιχείων σύμφωνα με την προσωπική της κρίση και ανάγκη διασφαλίζοντας μία αξιοπρεπή και άνετη ζωή» ο αποβιώσας σύζυγός της την εγκαθιστά κληρονόμο του αδιακρίτως, σε ολόκληρη την περιουσία του και ότι δεν ήταν σε καμμία περίπτωση επιθυμία του διαθέτη να στερηθεί τα προς το ζην για να περιέλθει το σπίτι αυτό στην ενάγουσα.
Πλην όμως σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη διαθήκη, η βούληση του διαθέτη αναφορικά με το σπίτι στο χωριό ήταν να περιέλθει αυτό στην ενάγουσα αποστερώντας την εναγόμενη από το δικαίωμα ελεύθερης διάθεσης αυτού. Ο δε διαθέτης όρισε αυτό, ανεξάρτητα από το εάν η καταληφθείσα στην εναγόμενη λοιπή περιουσία μπορούσε vα της προσφέρει ένα ικανοποιητικό επίπεδο ζωής, αφού αναφορικά με το σπίτι αυτό ο διαθέτης θέλησε ως περιουσία ευρισκόμενη στο χώρο καταγωγής του να παραμείνει στην κόρη του αδερφού του, ήτοι σε πρόσωπο της πατρικής του οικογένειας, όπως καταθέτει και ο ενώπιον του ακροατηρίου εξετασθείς μάρτυρας με την επιμέλεια της ενάγουσας. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η χρήση από το διαθέτη της έκφρασης «επιθυμία μου είναι …» δεν έχει το νόηιμα της ευχής, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η εναγόμενη και ούτε της δίνει ως προς αυτό το ακίνητο, το δικαίωμα ελεύθερης διάθεσης αυτού, αφού η αναφορά στην περιέλευση αυτού του ακινήτου στην ενάγουσα, διαφοροποιείται από τη λοιπή ακίνητη περιουσία του και από το αυτοκίνητο του. Αντίθετα η βούληση του διαθέτη διαφοροποιείται, ως προς τη λοιπή ακίνητη περιουσία του ελαιοπερίβολα και το ΙΧΕ αυτοκίνητο εργοστασίου κατασκευής ΗONDA, με αριθμό κυκλοφορίας …………) αφού ως προς αυτή σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην ως άνω διαθήκη, ο διαθέτης προέβη σε σύσταση καταπιστεύματος με τη ρήτρα του περιλιμπανόμενου», αφού ο διαθέτης όρισε ότι η λοιπή ακίνητη περιουσία του θα περιέλθει και αυτή στην ενάγουσα εφόσον «απομείνει» στην εναγόμενη, ορίζοντας επομένως ότι ως προς την ακίνητη αυτή περιουσία, η κληρονόμος του εναγομένη θα μπορεί να τη διαθέτει ελεύθερα, ήτοι να την πωλεί, μεταβιβάζει κλπ.. Συνεπώς η ενάγουσα ως προς τη λοιπή ακίνητη περιουσία του ενάγοντα, θα λάβει από την κληρονομία κατά το χρόνο της επαγωγής, ήτοι μετά το θάνατο της εναγομένης η οποία βαρύνεται με το ως άνω καταπίστευμα, ό,τι απομείνει μετά τη διαχείρισή της. Κατόπιν των ανωτέρω η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και κατ` ουσίαν και συνακόλουθα να αναγνωρισθεί ότι η αληθής βούληση του …………………………….., στην από 15-6-1987 ιδιόγραφη διαθήκη του, που δημοσιεύτηκε με τα υπ’ αριθμ. ……/……….. πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και καταχωρήθηκε στα βιβλία διαθηκών αυτού του Δικαστηρίου, στον τόμο ……… και με αριθμό ………, είναι ότι εγκαθιστά κληρονόμο του την εναγομένη σύζυγό του, σε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του την ευρισκόμενη κατά το χρόνο του θανάτου του, βεβαρημένη με καταπίστευμα, αναφορικά με το σπίτι του στο χωριό …………, υπέρ της ενάγουσας, με χρόνο επαγωγής το χρόνο θανάτου της εναγομένης, και αναφορικά με τη λοιπή ακίνητη του περιουσία, με σύσταση καταπιστεύματος υπέρ της ενάγουσας, με τη ρήτρα του περιλιμπανόμενου, και με χρόνο επαγωγής αυτών το χρόνο θανάτου της κληρονόμου. Τέλος τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας θα πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης, κατ’ ουσιαστική παραδοχή του νομίμου αγωγικού αιτήματος (άρθρ. 176 και 191 Κ.Πολ.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ AΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ`αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την αγωγή.
Αναγνωρίζει ότι η αληθής βούληση του ………………………………, στην από 15-6-1987 ιδιόγραφη διαθήκη του, που δημοσιεύτηκε με τα υπ` αριθμ. 3634/13-6-2008 πρακτικά του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και καταχωρήθηκε στα βιβλία διαθηκών αυτού του Δικαστηρίου, στον τόμο …. και με αριθμό ….., είναι ότι εγκαθιστά κληρονόμο του την εναγόμενη σύζυγό του, σε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία του την ευρισκόμενη κατά το χρόνο του θανάτου του, βεβαρημένη με καταπίστευμα, αναφορικά με το σπίτι του στο χωριό …………….., υπέρ της ενάγουσας, με χρόνο επαγωγής τo χρόνο θανάτου της εναγομένης, και αναφορικά με τη λοιπή ακίνητη του περιουσία, με σύσταση καταπιστεύματος υπέρ της ενάγουσας, με τη ρήτρα του περιλιμπανόμενου, και με χρόνο επαγωγής αυτών το χρόνο θανάτου της κληρονόμου.
Επιβάλλει τη δικαστική δαπάνη της ενάγουσας σε βάρος της εναγομένης, το ύψος της οποίας ορίζει σε τετρακόσια (400) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 30-6-2010.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 9-7-2010, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Ν.Σ.