1215/2003 ΑΠ (340280)
(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)
Αγωγή του αναιρεσείοντος ξενοδοχοϋπαλλήλου, απασχοληθέντος σε εποχιακώς λειτουργούσα ξενοδοχειακή επιχείρηση ως σερβιτόρος, με αίτημα την επιδίκαση μισθολογικών διαφορών από την παροχή υπερεργασιακής και παράνομης υπερωριακής εργασίας, εργασίας κατά Κυριακές και νύχτες και μή λήψη εβδομαδιαίας αναπαύσεως. Αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης λόγω ανεπαρκών αιτιολογιών και δή διότι δεν αναφέροντο στο σκεπτικό της ο αριθμός των Κυριακών και νυκτών, οι ώρες υπερεργασίας που πραγματοποιούσε ο αναιρεσείων, καθώς και τα ποσά των κάθε είδους προσθέτων αμοιβών του μαζί με τις προσαυξήσεις, για να καταστεί δυνατόν να κριθεί, εάν ο υπέρτερος μισθός που ελάμβανε, κάλυπτε τις νόμιμες απαιτήσεις του και επί πλέον δνε αναφέρετο ούτε ότι είχε συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων να καλύπτονται οι ως άνω απαιτήσεις του αναιρεσείοντα από τις συμφωνημένες υπέρτερες αποδοχές του. Αναιρετέα είναι επίσης η προσβαλλόμενη, αφ΄ ενός μεν διότι δεν αναφέρετο και ο αριθμός των ωρών της παράνομης υπερωριακής εργασίας του, αφ΄ ετέρου διότι, κατά παράβαση του νόμου, το εφετείο συμψήφισε την οφειλόμενη για τις ώρες αυτές αποζημίωση στις συμφωνηθείσες υπέρτερες αποδοχές και εκ τρίτου διότι παρά το νόμο αφαίρεσε τις επί του μισθού του αναιρεσείοντος αναλογούσες νόμιμες κρατήσεις για ασφαλιστικά ταμεία και ΦΜΥ για τον υπολογισμό του νομίμου εκάστοτε μισθού, αφού για τον υπολογισμό αυτού δεν αφαιρούνται οι ως άνω κρατήσεις, τις οποίες παρακρατεί ο εργοδότης κατά το χρόνο καταβολής των αποδοχών του εργαζομένου. (Αναιρεί την Εφετείου Αθηνών 6170/2001).
E.T.
Αριθμός 1215/2003
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
B1` Πολιτικό Τμήμα
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές : Θεόδωρο Αποστολόπουλο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου), Ιωάννη Δαβίλλα, Πολύκαρπο Βούλγαρη, Νικόλαο Συρόπουλο και Γεώργιο Αμελαδιώτη, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, την 20η Μαϊου 2003, με την παρουσία και της Γραμματέως Ευθυμίας Μαντζάνα, για να δικάσει μεταξύ :
Τoυ αναιρεσείοντος :………… ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Μαρία Δεληγιάννη, που δεν κατέθεσε προτάσεις.
Της αναιρεσίβλητης :………… Εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Στυλιανό Βλαστό, που δεν κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά έχει εισαχθεί με την από 7 Ιουλίου 1999 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις : 1661/2000 οριστική του ίδιου δικαστηρίου και 6170/2001 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας αποφάσεως ζητεί ο αναιρεσείων,
με την από 9 Σεπτεμβρίου 2002 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης
Πολύκαρπος Βούλγαρης ανέγνωσε την από 7 Μαϊου 2003 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή της αιτήσεως αναιρέσεως για τους από αριθ. 1, 19 και 9 του άρθρου 559 ΚπολΔ λόγους αυτής και απόρριψή της ως προς τον από του αριθ. 8 του ίδιου άρθρου λόγον αυτής. Η πληρεξούσια του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεως αναιρέσεως και ο πληρεξούσιος της αναιρεσίβλητης την απόρριψή της και καθένας την καταδίκη του αντιδίκου
μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθ. 19 του Κ.Πολ.Δ. λόγος για αναίρεση απόφασης επειδή δεν έχει νόμιμη βάση, ιδρύεται όταν δεν προκύπτουν επαρκώς από τις παραδοχές της τα περιστατικά που είναι αναγκαία, στη συγκεκριμένη περίπτωση για την κρίση του δικαστηρίου περί της συνδρομής των νομίμων όρων και προϋποθέσεων της διάταξης που εφαρμόσθηκε ή περί της μη συνδρομής τούτων (Ολ. ΑΠ 1/1999). Εξάλλου ο από τον αριθ. 1 του ίδιου ως άνω άρθρου, λόγος αναιρέσεως, ιδρύεται, όταν οι πραγματικές παραδοχές της απόφασης καθιστούν φανερή την παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο δέχθηκε ανελέγκτως με την προσβαλλόμενη απόφασή του τα εξής : Ο ενάγων και ήδη αναιρεσείων είναι απόφοιτος μέσης Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων και έγγαμος με δύο τέκνα. Κατά τα έτη 1994 έως και 1998 προσλαμβανόταν από την εναγομένη με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας κατά το, από το τρίτο δεκαήμερο Απριλίου έως και τα τέλη Οκτωβρίου κάθε έτους, χρονικό διάστημα για να εργασθεί ως περιποιητής (σερβιτόρος) στην επιχείρηση ξενοδοχείου που διατηρούσε στην παραλία του Μαραθώνα Αττικής. Κατά τα ανωτέρω χρονικά διαστήματα εργάσθηκε όλες τις ημέρες της εβδομάδας, επί οκτώ ώρες ημερησίως, μόνο δε σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν στο ξενοδοχείο γίνονταν συνεστιάσεις και άλλες εορταστικές εκδηλώσεις, η κατά τους μήνες αιχμής (Ιούλιο-Αύγουστο) απασχολήθηκε επί πλέον των ωρών αυτών και νύκτα. Για την εργασία του κατά Κυριακές, έλαβε την ημέρα της εβδομαδιαίας του ανάπαυσης (ρεπώ) σε άλλη εργάσιμη ημέρα, για την απασχόληση δε την έκτη ημέρα της εβδομάδας (Σάββατο) τις νύκτες και την πέρα των οκτώ ωρών υπερεργασία και παράνομη υπερωριακή εργασία του, αμείφθηκε με την επί πλέον του συμφωνημένου μηνιαίου μισθού αμοιβή που κάλυπτε τη νόμιμη αμοιβή και την προσαύξησή της γιαυτήν. Στη συνέχεια το Εφετείο, με βάση τον συμφωνημένο μισθό κατά περιόδους και το συνυπολογισμό των επιδομάτων προϋπηρεσίας, γάμου, πτυχίου και εποχιακής απασχόλησης και μετ` αφαίρεση των κρατούντων προς το ΙΚΑ, ΤΑΞΥ και φόρο μισθωτών υπηρεσιών, κατέληξε στην κρίση ότι για τα τρία πρώτα ως άνω έτη απασχολήσεώς του, έλαβε ο αναιρεσείων “καθαρές αποδοχές αρκούντως υψηλότερες των νομίμων, ενώ κατά τα δύο τελευταία έτη (1997-1998) εισέπραξε μικρότερες τούτων και εξήγαγε υπέρ αυτού καταβλητέα διαφορά εκ δραχμών 188.620. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο διέλαβε στην απόφασή του ανεπαρκώς αιτιολογίες που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο της ορθής ή μη εφαρμογής των διατάξεων που εφαρμόσθηκαν. Ειδικότερα δεν αναφέρονται στην προσβαλλόμενη απόφαση ο αριθμός των Κυριακών και νυκτών, καθώς και οι ώρες υπερεργασίας που πραγματοποιούσε ο αναιρεσείων κατά μήνα ή στις περιπτώσεις παροχής μείζονος εργασίας (συνεστιάσεις κ.λ.π.) καθώς και τα ποσά των κάθε είδους προσθέτων αμοιβών του μαζί με τις προσαυξήσεις για να κριθεί αν ο υπέρτερος μισθός που ελάμβανε κάλυπτε τις νόμιμες απαιτήσεις του, ούτε αναφέρεται ότι είχε συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων να καλύπτονται η άνω αμοιβή από τις συμφωνημένες υπέρτερες αποδοχές (Ολ. Απ 930/90). Επίσης δεν αναφέρεται ο αριθμός των ωρών της παράνομης υπερωριακής εργασίας που πραγματοποίησε ο αναιρεσείων ενώ, κατά παράβαση των άρθρων 8 παρ. 4 ν.δ. 4020/1959 συμψήφισε το Εφετείο την οφειλόμενη για τις ώρες αυτές αποζημίωση με τις συμφωνηθείσες υπέρτερες αποδοχές και παρά το νόμο, αφαίρεσε τις προαναφερόμενες κρατήσεις για τον υπολογισμό του νομίμου εκάστοτε μισθού του, αφού για τον υπολογισμό τούτου δεν αφαιρούνται οι ως άνω κρατήσεις που παρακρατεί ο εργοδότης κατά το χρόνο καταβολής των αποδοχών του εργαζομένου. Επομένως οι σχετικοί από το άρθρο 559 αριθ. 1 και 19 του Κ.Πολ.Δ. λόγοι της αναιρέσεως είναι βάσιμοι και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού αυτό μπορεί να συγκροτηθεί από άλλους δικαστές (άρθρ. 580 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.) παρέλκουσας έτσι της ερεύνης των λοιπών λόγων της αναιρέσεως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 6170/2001 απόφαση του Εφετείου Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει την αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, τα οποία ορίζει σε χίλια εκατό (1100) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Ιουνίου 2003.
O ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο στις 8 Ιουλίου 2003.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ